ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΝΙΕΦΣΚΙ
Σκηνοθεσία: Σερκέι Μιχαήλοβιτς Αϊζενστάιν
Ηθοποιοί: Νικολάι Τσερκάσωφ, Νικολάι Οχλόπκωφ, Αντρέι Αμπρικόσωφ, Ντμίτρι Ορλώφ, Βασίλι Νόβικωφ
Μουσική: Προκόφιερ
Χώρα: Σοβιετική Ένωση (Ασπρόμαυρη)
Διάρκεια: 112'
Πρώτη προβολή: 8.30 μ.μ.
Δεύτερη προβολή: 11.35 μ.μ.
Το 1938 που γυρίστηκε ο Νέφσκι, η φασιστική απειλή για την Σοβ. Ένωση ήταν ήδη φανερή κι ο σταλινισμός θριάμβευσε. Ο μεγάλος Αϊζενστάιν ειλικρινής θαυμαστής του Στάλιν παρά τις δυσκολίες που είχε μερικά χρόνια νωρίτερα, δέχεται να γυρίσει κατά παραγγελίαν μια "προπαγανδιστική" ταινία με θέμα "Το μεγαλείο της πατρίδας" και την ανάγκη υπακοής σ' έναν ισχυρό ηγέτη.
Διαλέγει λοιπόν σαν θέμα την προσωπικότητα και τη δράση του πρίγκιπα Αλέξανδρου Νέφσκυ που το 1242 έσωσε τη Ρωσία από την ισοπέδωση με την οποία την απειλούσαν οι Τεύτονες Ιππότες, μελέτησε με υποδειγματικό ζήλο την μεσαιωνική ιστορία της Ρωσίας, και με την αποφασιστική βοήθεια του Προκόφιεφ μετέτρεψε την ανούσια προπαγάνδα σε αριστούργημα, μοναδικό και αξεπέραστο στον τομέα της "οπτικοακουστικής σύνθεσης".
Στις πρώτες δεκαετίες του 13ου αιώνα, η Ρωσία βρίσκεται σε τρομαχτική εξάντληση. Οι Μογγόλοι του Τζένγκις Χαν, που στην πρώτη εισβολή τους είχαν φτάσει στα πρόθυρα του Κιέβου κι είχαν συντρίψει τις ενωμένες στρατιές των ρώσων πριγκίπων στη μάχη της Κάλκας, το 1223, ξαναγύρισαν δώδεκα χρόνια αργότερα με αρχηγό τον εγγονό του ιδρυτή της μογγολικής αυτοκρατορίας και συνεχιστή του, Μπατού Χαν, σκορπώντας το χαλασμό σ' ευρύτερες ακόμα περιοχές και λεηλατώντας τις δυο μεγάλες ρωσικές πολιτείες, το Κίεβο και τη Μόσχα. Η δεύτερη αυτή εισβολή, που συντάραξε την ανατολική και την κεντρική Ευρώπη, αφού οι Μογγόλοι έφτασαν ως την Ουγγαρία και την Πολωνία, και υποχώρησαν ύστερα από μια πολύνεκρη και αμφίρροπη μάχη με τους γερμανούς, αυστριακούς και πολωνούς ηγεμόνες, άφησε τη Ρωσία βυθισμένη στο πένθος και την ερήμωση. Παντού πόλεις, χωριά πυρπολημένα, χέρσοι κάμποι, σπαρμένοι με κόκαλα και κρανία.
Όμως μια φοβερότερη απειλή προβάλλει για τη Ρωσία απ' τη Δύση.
Ιδρυμένο το 1191 στην Παλαιστίνη, τον καιρό της Τρίτης Σταυροφορίας, το γερμανικό ιπποτικό "Τάγμα των Τευτόνων Αδελφών" έχει αποκτήσει στις αρχές του 13ου αιώνα τεράστια δύναμη. Υπερεθνικιστικό στη σύνθεσή του, αφού μόνο Γερμανοί, μέλη της παλιάς αριστοκρατίας, μπορούσαν να μπουν στις τάξεις του, έχει γίνει κέντρο του γερμανικού στοιχείου κι έχει εξαπολύσει έναν δεινό κατακτητικό πόλεμο σ' όλη τη Βόρεια και Βορειοανατολική Ευρώπη.
Ήδη οι Πρώσοι, οι Λιβονοί, οι Εσθονοί, οι Ζμούδοι έχουν υποδουλωθεί στους τεύτονες ιππότες, που με τη φωτιά και το σίδερο απλώνουν την κυριαρχία τους στ' ανατολικά, μέσα στα εδάφη της σημερινής Ρωσίας. Οι Τεύτονες είναι ακόμα χειρότεροι απ' τους Μογγόλους γιατί, ενώ οι Μογγόλοι, αφού λεηλατήσουν και εισπράξουν λύτρα και φόρους, αποσύρονται στις χώρες τους ή στα βάθη της Ασίας, οι Τεύτονες χωρίς καθόλου να υστερούν σε βαρβαρότητα και απανθρωπιά, ζητούν να εγκατασταθούν στις κατακτημένες περιοχές, να τις αποικίσουν, κρατώντας υπόδουλους τους λαούς και επιδιώκοντας να μεταβάλουν τα ήθη και έθιμα και τις θρησκευτικές αντιλήψεις τους.
Μέσα σ' αυτή τη σύγχυση και το χαλασμό ορθώνεται η μεγάλη ηγετική φυσιογνωμία του πρίγκιπα του Νόβγκοροντ Αλέξανδρου Νέφσκι. Συνενώνοντας κάτω από τις διαταγές του τους λαϊκούς ηγέτες που διεξήγαν σποραδικά την αντίσταση κατά των Τευτόνων, και τους άλλους πατριώτες πρίγκιπες, οργανώνει αποτελεσματικά την άμυνα της πατρίδας του. Για να 'χει ελεύθερα τα χέρια του στη Δύση, κλείνει συνθήκη με τους Τατάρους στην Ανατολή, κι ύστερα από μια πολύνεκρη εκστρατεία, κατορθώνει τέλος να συντρίψει τους Τεύτονες στη μάχη της λίμνης Τσουντ, το 1242, που είναι γνωστή με το όνομα "Σφαγή των πάγων". Η μάχη αυτή έβαλε τέρμα στις γερμανικές κατακτήσεις στην Ανατολή κι έδιωξε τους Τεύτονες έξω από τα ρωσικά εδάφη.
Αυτό το επεισόδιο της ρωσικής Ιστορίας λαμπρύνει η μεγάλη ιστορική ταινία του Σ.Μ. Αϊζενστάιν "Αλέξανδρος Νέφσκι". Ο δημιουργός του θρυλικού "Ποτέμκιν" προετοίμαζε αυτή την ταινία του έναν ολόκληρο χρόνο. Μαζί με τον σεναρίστρα Πιοτρ Παβλένκο μελέτησαν ό,τι έχει απομείνει από τη μακρινή εκείνη εποχή - μινιατούρες, εικόνες, γλυπτά, οικοδομήματα. Όπως τα εξωτερικά έπρεπε να γυριστούν καλοκαίρι, κι η ιστορική μάχη είχε γίνει χειμώνα, ένα παχύ στρώμα από λιωμένο γυαλί και κιμωλία απλώθηκε σε μια τεράστια πεδινή έκταση για να παραστήσει την παγωμένη λίμνη. Ένα απέραντο πλήθος από φιγκυράν, που για το ντύσιμό τους κατασκευάστηκαν χιλιάδες κοστούμια της εποχής και όπλα - κάσκες, πανοπλίες, λόγχες, κοντάρια, ξίφη, σπαθιά - πήρε μέρος στις τρομαχτικά μεγαλειώδεις σκηνές των μαχών. Τον κεντρικό ήρωα υποδύθηκε ο γνωστός μας από την άλλη δημιουργία του Αϊζενστάιν, τον "Ιβάν τον Τρομερό", Ν. Τσερκάσωφ. Ο αχώριστος του Αϊζενστάιν, "καλύτερος οπερατέρ του κόσμου" κατά τον Σαντούλ, Εδουάρδος Τισσέ, που τις περίφημες συνθέσεις του θαυμάσαμε στο "Ποτέμκιν" και στον "Ιβάν τον Τρομερό", είχε την ευκαιρία να δημιουργήσει καταπληκτικά υποβλητικές και μεγαλειώδεις εικόνες. Τη μουσική του Νέφσκι έχει γράψει ο μεγάλος ρώσος συνθέτης Προκόφιερ. Κι ο ίδιος ο Αϊζενστάιν με τη γνωστή, ρωμαλέα του ικανότητα στο μοντάζ, ανέλαβε να συγκεράσει όλ' αυτά τα πιο διαλεχτά στοιχεία σ' ένα ενιαίο, επιβλητικό, πραγματικά κολοσσιαίο σύνολο.
Η επίδραση του "Αλέξανδρου Νέφσκι" στον ρωσικό κινηματογράφο ήταν τεράστια. Ήδη η ταινία "Απελευθερωτής της Ουκρανίας" που αναφέρεται σ' έναν άλλον εθνικό ήρωα, τον Μπογδάν Χμελίνσκυ, παρ' όλο που είναι γυρισμένη από κατώτερο σκηνοθέτη, κάνει εντύπωση με τις μεγαλειώδεις σκηνές πλήθους της. Η επιμελημένη προετοιμασία με βάση πίνακες της εποχής, που φάνηκε τόσο στον "Χμελίνσκυ", όσο και στο "Τραγική εξομολόγηση", κι η προσεχτική μελέτη των ηθών και συνηθειών της εποχής που αναπαριστάνεται, είναι ένα δίδαγμα που δόθηκε από τον Αϊζενστάιν και κάνει χτυπητή αντίθεση με τις ανάλογες χολλυγουντιανές δημιουργίες που τις διακρίνει η προχειρότητα, η κενότητα κι η απλοϊκή εξομοίωση όλων των εποχών.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΟΣΧΟΒΑΚΗΣ
"Η ΩΡΑ" (28/9/56)
Ο Νέφσκυ είναι η πρώτη ηχητική ταινία του Αϊζενστάιν, ο οποίος αναθεωρεί (ή καλύτερα, εμπλουτίζει) τις προγενέστερες απόψεις του για την πρωταρχικότητα και την σημασία του δυναμικού μοντάζ που αναφερόταν μόνο στην εικόνα, με την θεωρία για την "οπτικοακουστική σύνθεση" δηλαδή την τέλεια σύζευξη του ήχου με την εικόνα ώστε το ένα εκφραστικό στοιχείο να προεκτείνει, να εμπλουτίζει ή να αντιτίθεται στο άλλο. Ό,τι δηλαδή είχε πει νωρίτερα για τη σύζευξη των πλάνων (μοντάζ) το μεταθέτει σ' ένα περισσότερο φιλόδοξο και δύσκολο επίπεδο δημιουργώντας για πρώτη φορά στην ιστορία του κινηματογράφου μια σχολαστικά μελετημένη και στην τελευταία λεπτομέρεια "φιλμόπερα" όπου το δεύτερο συνθετικό (η όπερα) χάνει τη θεατρική του έννοια και παίρνει μια σημασία καθαρά θεωρητική από την άποψη της δημιουργίας ενός καινούργιου είδους θεάματος, στο οποίο η μουσική δεν υπερκαλύπτει το θέαμα - και αντιστρόφως. Πέρα απ' αυτό η μάζα που αποτελεί τον πρωταγωνιστή σ' όλες τις ταινίες του, χάνει τον επικό της χαρακτήρα και γίνεται ένα είδος μαζικού προσώπου τραγωδίας. Δεν είναι πια ο ήρωας - λαός, ο οποίος αγωνίζεται να επιβάλει τα ιδανικά του (μια και τα έχει ήδη επιβάλει), αλλά ο λαός ο υποχρεωμένος να υποταχθεί σε μια αδήριτη ανάγκη για να σωθεί, ο λαός που θυσιάζεται εν πλήρει γνώσει της σημασίας αυτής της θυσίας, ο λαός που δημιουργεί την ιστορία του προσπαθώντας συνεχώς να καταβάλει κάποιον "κακό δαίμονα" που παραφυλάει στα σύνορα. Αυτό όμως που έχει ιδιαίτερη σημασία στον "Νέφσκυ" και συνεπώς στις απόψεις του Αϊζενστάιν για την οπτικοακουστική σύνθεση, είναι η χρησιμοποίηση των ηθοποιών και του ντεκόρ μ' έναν τρόπο καθαρά πλαστικό και απόλυτα στυλιζαρισμένο μέχρι που τα εκφραστικά αυτά στοιχεία να φτάσουν στην αφαίρεση του συμβόλου και κατά κάποιον τρόπο να προσεγγίσουν την εγγενή στην μουσική αφαίρεση, σε σημείο που "η εικόνα να γίνεται ήχος και ο ήχος εικόνα". Θα ήταν κάπως δύσκολο να πετύχει ένα τόσο φιλόδοξο εγχείρημα, χωρίς την βοήθεια του Προκόφιεφ ο οποίος θα πρέπει κατά κάποιον τρόπο να θεωρείται σαν συνσκηνοθέτης του "Νέφσκυ". Ο Αϊζενστάιν ωστόσο πέρα από τις καθαρά αισθητικές υποδείξεις, του επέβαλε την ιδέα της ενσωμάτωσης μέσα στη μουσική και των κοινών ήχων όπως το χτύπημα της καμπάνας, η κλαγγή των όπλων κ.λπ.
Μ' αυτή την έννοια και η μουσική χάνει την αυτοτέλειά της και γίνεται όχι μόνο απαραίτητο και αναπόσπαστο συμπλήρωμα της εικόνας αλλά μέρος ή μετάπλαση του συνόλου των ήχων που μας περιβάλλουν. Πρέπει να σημειώσουμε ακόμα πως η χρήση του ήχου γίνεται κατά κύριο λόγο αντιστικτικά σε σχέση με την εικόνα με την ίδια ακριβώς έννοια που έχει ο όρος αντίστιξη στην "καθαρή" μουσική, με την διαφορά πως, αντί το ένα μουσικό μέτρο να αντιτίθεται στο άλλο, αντιτίθεται σε μια σαφώς καθωρισμένη εικόνα, η οποία όπως είπαμε αποκτά μια αφαίρεση "μουσική". Έτσι, ήχος και εικόνα αποτελούν τελικά μέρη του ίδιου αδιαίρετου συνόλου και η ποθητή οπτικοακουστική σύνθεση για πρώτη φορά στην ιστορία της τέχνης γίνεται πραγματικότητα.
ΒΑΣ. ΡΑΦΑΗΛΙΔΗΣ
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΗ ΑΛΛΑΓΗ
ΣΕΡΓΚΕΪ ΜΙΧΑΗΛΟΒΙΤΣ ΑΪΖΕΝΣΤΑΪΝ
Γεννήθηκε στη Ρίγα στις 23 Ιανουαρίου 1898 και πέθανε από καρδιακή προσβολή στη Μόσχα στις 11 Φεβρουαρίου 1948. Αφού σπούδασε αρχιτεκτονική στην Πετρούπολη μπήκε το 1918 στον Κόκκινο Στρατό κι έγινε μέλος του Πρόλετκουλτ.
Ύστερα από μια ενδιαφέρουσα θητεία στο θέατρο, ο Αϊζενστάιν προσεγγίζει θεωρητικά και πρακτικά τον κινηματογράφο. Πιστεύοντας ότι ο νέος σοβιετικός κινηματογράφος πρέπει να είναι επαναστατικός τόσο στη φόρμα, όσο και στο περιεχόμενο, πειραματίζεται συνεχώς πάνω στις εκφραστικές δυνατότητες του φιλμ και θέτει τις βάσεις της γραμματικής της κινηματογραφικής γλώσσας. Δίνει πρωταρχική σημασία στο μοντάζ, στη διαλεκτική σύνδεση των πλάνων, αλλά και στις εκφραστικές δυνατότητες του γκρο-πλάνου, ενώ την εποχή του ομιλούντα οδηγείται σε μια καθαρή μουσική αντίληψη της φιλμικής ροής. Αυτό που πάντα τον ενδιέφερε ήταν η σύνθεση όλων των τεχνών μέσα από το σινεμά, αλλά ο αβανγκαρντίστικος χαρακτήρας των θεωριών του δε βρήκε ανταπόκριση στους θεωρητικούς του σοασιαλιστικού ρεαλισμού. Παρά το γεγονός ότι ήταν ο δημιουργός του "Θωρηκτού Ποτέμκιν", που ήδη από την εποχή του θεωρείται ως η πιο σημαντική ταινία του βωβού κινηματογράφου, έχει συνεχώς προβλήματα στη δουλειά του, που αυξήθηκαν μετά την άτυχη εμπειρία του στην Αμερική όπου δεν μπόρεσε να ολοκληρώσει το "Que viva Mexico". Το 1935 αναγκάστηκε να σταματήσει τα γυρίσματα του "Λιβαδιού του Μπέτζιν" ενώ ο Στάλιν απαγόρευσε το β' μέρος του Ιβάν. Ήταν η πιο μεγάλη προσωπικότητα του βωβού κινηματογράφου, που άφησε πίσω ένα τεράστιο θεωρητικό έργο, ενώ οι ταινίες του εμπνέουν πάντα τους οπαδούς της αβάνγκαρντ.
ΦΙΛΜΟΓΡΑΦΙΑ
Η απεργία (1924), Το Θωρηκτό Ποτέμκιν (1925), Οκτώβρης (1927), Η γενική γραμμή (1929), Que viva Mexico (ημιτελές), Αλέξανδρος Νιέφσκι (1938), Ιβάν ο τρομερός (1945)